Υποτιτλισμοί των καλύτερων βίντεο του Youtube

 

 

Αλληλογραφία με commandosn1 σχετικά με το βίντεο

Άγγελος μαγνητοσκοπείται από νοσοκομειακή κάμερα,

το οποίο δείχνει μια βιντεοσκοπημένη ενεργειακή μορφή έξω απο το δωμάτιο μιας ετοιμοθάνατης στην Αμερική και την ταχεία της βελτίωση μετά από αυτό το γεγονός - μια ανάρρωση που χαρακτηρίστηκε θαυματουργή και θεωρήθηκε ότι οφείλεται στην παρέμβαση αγγέλου.

         

commandosn1
[...] Για μένα πάντως, σαν Έλληνας γνήσιος της πατρώας πίστης που είμαι, ο άγγελος είναι μια μούφα που οι Εβραιοχριστιανοί έκλεψαν από τον Ίκαρο με τα φτερά του – αυτό είναι, ιστορικά, και τίποτα άλλο. Όπως όλα φυσικά τα ιουδαιοχριστιανικά είναι κλεμένα από την αρχαία μας Ελλάδα!

ΚΙΜΩΝ
Θα ήθελα να παρατηρήσω δύο πράγματα.
Πρώτον, ότι ο άγγελος δεν είχε φτερά, αυτό που φωτογραφήθηκε ήταν ενέργεια.
Δεύτερον, ότι και οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν σε θεούς, σε μεταφυσικά όντα.

commandosn1
Στο 0.40 είναι ολοφάνερο πως η λάμψη σχηματίζει κεφαλή στη μέση με δύο φτερά, δείχνοντας τη μορφή αγγέλου. Γι’ αυτό και το ονομάσανε άγγελο [και πίστεψαν] πως ήταν παρουσία αγγέλου. Επίσης, σαν της πατρώας πίστης που είμαι, θα σε ενημερώσω πως οι αρχαίοι Έλληνες ποτέ δεν πίστευαν σε οπτασίες σαν αυτή εδώ. Εννοείται πως πίστευαν σε παρουσίες που σχετίζονταν μόνο με μηνύματα των θεών. Για παράδειγμα, όνειρα με μηνύματα, όπως έγινε με τον Όμηρο, την Αλεξάνδρεια και τον Μέγα Αλέξανδρο κλπ.

ΚΙΜΩΝ

«Στο 0.40 είναι ολοφάνερο [...]»
Ναι, βλέπω τι λες.
Αλλά είναι δύσκολο να πει κανείς σίγουρα.
Θα μπορούσε να είναι κι έτσι. Ωστόσο, δεν νομίζω ότι το όλο πράγμα στηρίζεται στο να έχει ο άγγελος φτερά. Γιατί, από μόνο του, το γεγονός ότι η μητέρα προσευχόταν για θεία επέμβαση και μετά φάνηκε αυτό στην πόρτα (μάλιστα κάποια νοσοκόμα είδε κι εκείνη κάτι κλπ.) και μετά υπήρξε ραγδαία βελτίωση της κόρης υποδηλώνει ότι η θεία παρέμβαση έγινε, ακόμα κι αν δεν ερμηνεύσουμε το σχήμα ως άγγελο με φτερά, αλλά απλά ως ενεργειακή οντότητα.
Δεν μπορώ να πω σίγουρα.
Αλλά και φτερά αν πούμε ότι είχε, ποια είναι η διαφορά; Γιατί θα πρέπει να είναι αυτό λανθασμένο, ενώ οι θεοί όπως τους πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες να υπάρχουν πράγματι; Παρόμοια πράγματα δεν είναι αυτά;
Στην πραγματικότητα, πολλοί που πιστεύουν στην αρχαία Ελλάδα και την αντιπαραβάλλουν στον χριστιανισμό, εθελοτυφλούν μπροστά στο γεγονός ότι και στην αρχαία Ελλάδα παρόμοια πράγματα πίστευαν. Απλά ούτε βλέπω ούτε καταλαβαίνω ποια είναι η ουσιαστική διαφορά...

commandosn1
Τους 12 Θεούς τούς έχουμε ως εικόνα προς λατρεία έτσι. Δεν πίστευε κανείς αρχαίος πως υπήρχε ο Ποσειδώνας που έβγαινε με την τρίαινα από τη θάλασσα. Απλά όταν η φύση δημιουργούσε κύματα κτλ. λέγανε πως ο Θεός Πωσειδώνας, ο Θεός της Θάλασσας, τα κάνει αυτά. Και για να υπάρχει δείγμα λατρείας, φτιάξανε όλους τους θεούς. Προς εικόνα και απομίμηση ανθρώπων. Ενώ είναι οντότητες και όχι κάτι γήινο.

KIMΩΝ
Σωστά. Πίστευαν ότι είναι οντότητες και όχι κάτι γήινο.
Το ίδιο πιστεύουν και οι χριστιανοί για τους αγγέλους. Ποια είναι η διαφορά;

commandosn1
Δεν είναι οντότητα να λέει ο άλλος είδα τον άγιο αυτόν ή εκείνον. Οντότητα είναι να σε βοηθάει κάτι με παρέμβαση χωρίς να βλέπεις και να γνωρίζεις. Όχι να λες είδα άγγελο ή είδα τον πάτερ Παίσιο και τον άγγελο και την Αγία Βαρβάρα και πάθε παπαριά!

KIMΩΝ
Ας προσπαθήσουμε να ακριβολογήσουμε, για να συννενοούμαστε σωστά. Οντότητα είναι κάτι που υπάρχει. Όταν οι αρχαίοι μιλούσαν ας πούμε για τον Απόλλωνα, πίστευαν ότι υπάρχει; Ή πίστευαν ότι είναι, ως θεός του Ήλιου, ένα μεταφυσικό σύμβολο το οποίο οι ίδιοι δημιούργησαν βλέποντας το φυσικό φως του ήλιου; Αν πίστευαν ότι είναι απλά ένα σύμβολο που οι ίδιοι δημιούργησαν, πίστευαν ότι δεν υπάρχει. Αλλά αν πίστευαν ότι είναι κάτι που υπάρχει και το οποίο οι ίδιοι αντιλαμβάνονται μονάχα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τότε μπορούμε να συγκρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονταν τις μεταφυσικές οντότητες με τον τρόπο που τις αντιλαμβάνονται οι χριστιανοί.

commandosn1
Καταλαβαινόμαστε ή όχι; Άλλο να νιώθω ότι με βοήθησε μια οντότητα, κάτι αόρατο που είχα βοήθεια από αυτό. Να το πιστεύω. Να λέω με βοήθησε ο Δίας. Αλλά να μην βλέπω κάτι. Και άλλο να λέω μαλακίες. Αχ, κοίτα, άγγελος στην οθόνη χορεύει break dance!

ΚΙΜΩΝ
Μα οι αρχαίοι δεν έλεγαν μόνο αυτό. Είχαν όλων των ειδών τις ιστορίες σχετικά με την αλληλεπίδραση θεών και ανθρώπων. Δεν αποτελούσε απλά μια υπόθεση. Για παράδειγμα, ο Σωκράτης ποτέ δεν είπε ότι ΥΠΟΘΕΤΕΙ ότι του μιλάει ένας θεός. Έλεγε ότι πραγματικά του μιλάει ένας θεός και του λέει συγκεκριμένα πράγματα.
Εμείς, που ζούμε σε μια υλιστική κοινωνία που δεν πιστεύει στη μεταφυσική, θα συγχωρούσαμε πράγματι ευκολότερα έναν ειδωλολάτρη που θα έλεγε ότι υποθέτει ή φαντάζεται ότι του παραστέκονται στις δυσκολίες του οι θεοί του Ολύμπου (αν πράγματι, όπως ισχυρίζεσαι, ήταν αυτό που έλεγαν οι ειδωλολάτρες) από έναν χριστιανό, όπως τον Παΐσιο, που λέει ότι τον επισκέπτεται στο Άγιο Όρος η Αγία Βαρβάρα και μιλάει μαζί του. Αν συμπαθούμε τους αρχαίους Έλληνες (και αντιπαθούμε τους χριστιανούς), θα μπορούσαμε εύκολα να πούμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες απλά έκαναν υποθέσεις στις οποίες ούτε οι ίδιοι πολυπίστευαν -μια που δεν έβλεπαν και τίποτα-, γιατί κατά βάθος ήταν λογικά όντα και δεν διέφεραν και πολύ από τον εαυτό μας.
Αλλά έτσι θα παραποιούσαμε την ιστορία. Σε όλη την ανθρώπινη ιστορία και σε όλες τις κουλτούρες, έχει υπάρξει η μεταφυσική πλευρά, οι μεταφυσικές εμπειρίες παντός τύπου, οι οποίες διδάσκονταν από τους μυστικιστές, και η υλιστική πλευρά, η οποία θεωρεί την ύλη ως το Α και το Ω.
Για να σου δώσω ακόμα ένα παράδειγμα, σκέψου την ιστορία που λέει ο Πλάτωνας για τον άντρα που πεθαίνει στο πεδίο της μάχης, μένει για μέρες νεκρός, η ψυχή του ταξιδεύει στην Άλλη Πλευρά, βλέπει τους θεούς και εκείνοι τού λένε να γυρίσει πίσω και να διηγηθεί στους ανθρώπους την ιστορία του. Ή σκέψου τη διδασκαλία του Πλάτωνα και του Πυθαγόρα για τη μετενσάρκωση της ψυχής.
Πώς λοιπόν δεν δέχονταν την ύπαρξη της ψυχής, τα ταξίδια της, τις μεταφυσικές εμπειρίες και τη θέαση ή συνομιλία με τους θεούς κλπ. ; Αυτά δεν είναι μυθολογία. Όταν ο Σωκράτης έλεγε ότι από παιδί μπορούσε να ακούσει τη φωνή ενός θεού να του μιλά, το εννοούσε πλήρως. Τώρα, αν εμείς θέλουμε αυτά να τα βαφτίσουμε δεισιδαιμονίες, μυθολογία κλπ, ή και να τα αρνηθούμε πλήρως, ή ακόμα (αν είμαστε χριστιανοί) να τα περιγράψουμε ως δαιμονισμό, αυτό είναι άλλο θέμα. Αλλά μια κουλτούρα πρέπει να την καταλάβουμε με βάση την δική της νοοτροπία και να μη την εξωραΐσουμε με βάση αυτό που εμείς θεωρούμε αποδεκτό.
Ίσως θα έπρεπε να αποφασίσουμε ότι θα ήταν δυνατό για μια κουλτούρα ΚΑΙ να είναι λογική ΚΑΙ να δέχεται τη μεταφυσική. Η αρχαία Ελλάδα είχε και τις δύο τάσεις. Είχε ΚΑΙ τη μεταφυσική της πλευρά, όπως εκφραζόταν ας πούμε με το μυστικισμό, τα Μυστήρια, τη μεταφυσική και θρησκευτική σκέψη, ΚΑΙ τη λογική χωρίς τη μεταφυσική, όπως εκφραζόταν από σοφιστές σαν τον Πρωταγόρα. ΚΑΙ είχε επίσης κι ένα τρίτο είδος, μυστικιστές φιλοσόφους όπως ήταν ο Ηράκλειτος, ο Πυθαγόρας και ο Πλάτωνας, που πάντρευαν αυτές τις δύο τάσεις.
Το ότι εμείς βλέπουμε τη λογική και τη μεταφυσική ως ασύμβατες μεταξύ τους, αυτό μπορεί να οφείλεται σε δικό μας σφάλμα.
Γι' αυτό και έχω αναρτήσει στο σάιτ μου τόσα ντοκιμαντέρ και τόση λογική ανάλυση. Γιατί όταν μπορείς να καταλάβεις το μηχανισμό ενός πράγματος, δεν αισθάνεσαι ότι χρειάζεται να το αρνείσαι.

Από άρθρο του Βασίλη Κάλφα, καθηγητή φιλοσοφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, στην Ελευθεροτυπία 31/10/2004, με θέμα: «Το Δαιμόνιο του Σωκράτη»:

«[...] Από τα λίγα πράγματα που γνωρίζουμε με βεβαιότητα για τον Σωκράτη είναι η σχέση του με το περίφημο «δαιμόνιο». Ο Σωκράτης άκουγε κατά καιρούς μια εσωτερική «φωνή», που του έδινε κάποια σημάδια για τη μελλοντική του συμπεριφορά. Στις υποδείξεις του δαιμονίου ο Σωκράτης φαίνεται ότι είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. Η σχέση του Σωκράτη με το προσωπικό του δαιμόνιο ήταν κάτι πασίγνωστο σε όσους τον συναναστρέφονταν, αλλά θα πρέπει να είχε γίνει γνωστή και σε ευρύτερους κύκλους, συνεισφέροντας ένα ακόμη κομματάκι στο παζλ της «άτοπης» προσωπικότητας του μοναδικού αυτού ανθρώπου. [...] Είμαστε σίγουροι ότι το δαιμόνιο έπαιζε έναν σημαντικό ρόλο στην προσωπικότητα του Σωκράτη. Εικάζουμε ότι αυτή η προσωπική επικοινωνία του με το θείο ήταν κάτι που ενοχλούσε πολλούς από τους συγχρόνους του, ιδίως επειδή ο θεός που επικαλείται ο Σωκράτης ήταν ο Απόλλων, ο ευνοούμενος θεός της αριστοκρατικής παράταξης της Αθήνας. Και θεωρούμε πιθανό ότι το δαιμόνιο εμμέσως ή αμέσως έπαιξε ρόλο στη δίκη και την καταδίκη του Σωκράτη.»

Ο ίδιος ο Σωκράτης αναφέρει την επικοινωνία του με αυτό το πνεύμα στην Απολογία του (αναφέρεται και αλλού από τον Πλάτωνα, τον Ξενοφώντα και άλλους):

«Ίσως σας φανεί άτοπο ότι εγώ περιφέρομαι εδώ και κει και δίνω συμβουλές στον καθένα και πολυπραγμονώ, ενώ δεν τολμώ να ανέβω στο δημόσιο βήμα και να απευθυνθώ σε σας, στον δήμο, λέγοντας τη γνώμη μου για τα πράγματα της πόλης. Αιτία γι' αυτό είναι αυτό που με ακούσατε να λέω πολλές φορές και σε πολλά μέρη, ότι δηλαδή μου παρουσιάζεται ένα θεϊκό δαιμόνιο, αυτό το δαιμόνιο που ο Μέλητος κοροϊδεύοντας το συμπεριέλαβε στην κατηγορία. Αυτό το πράγμα ξεκίνησε να μου συμβαίνει από τότε που ήμουν παιδί, μια φωνή που ακούω μέσα μου, η οποία, όταν ακούγεται, με αποτρέπει να κάνω κάποιες πράξεις, αλλά δεν μου υποβάλλει ποτέ τι να κάνω.»

Στο Πρώτο Πανελλήνιο Συμπόσιο για τα ΑΤΙΑ, το οποίο παρακολούθησα πριν χρόνια, είχα την τύχη να ακούσω μια ομιλία που έκανε ένα ζευγάρι (φαντάζομαι της ελληνικής θρησκείας, πάντως σίγουρα όχι της χριστιανικής θρησκείας) που υποστήριζε ότι δεχόταν συγκεκριμένα μηνύματα από το Δία. Είχε κάτι πίνακες στους οποίους είχαν γράψει σύμβολα τα οποία τούς έδινε ο Δίας και τους είχε δοθεί κάτι σαν «αποστολή» να αποκωδικοποιήσουν τα σύμβολα. Και μας εξηγούσαν την όλη σάγκα, για τα μηνύματα που δέχονταν από το Δία και για τη δουλειά που έκαναν για να τα αποκωδικοποιήσουν.
Εκείνη την εποχή δεν είχα ακόμα ασχοληθεί πολύ κι εγώ και με ξένισε. Θυμάμαι που σκέφτηκα: «Καλά, είναι δυνατόν να υπάρχει πραγματικά ο Δίας;» Γιατί υποσυνείδητα πίστευα ότι δεν πρόκειται για συγκεκριμένες οντότητες τις οποίες η ψυχή σου μπορεί να συναντήσει και να αντιληφθεί, ας πούμε μέσω της ακοής ή της όρασης, αλλά για κάποια απροσδιόριστη πίστη που πηγάζει ίσως από μια ανθρώπινη τάση να εξηγούμε ό,τι δεν μπορούμε να καταλάβουμε μέσα από επινοημένες ιστορίες, ή πιθανά να βρίσκουμε παρηγοριά στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε σκεπτόμενοι ότι θα μας βοηθήσει κάποιος καλός Πατέρας.
Η αντίληψή μου δηλαδή τότε ήταν η αντίληψη που έχει σχεδόν κάθε Έλληνας που δεν είναι χριστιανός.
Γιατί οι χριστιανοί δέχονται την ύπαρξη αυτών των οντοτήτων και την επικοινωνία των ψυχών μαζί τους, «απλά» λένε ότι είναι δαίμονες και όχι θεοί.
Στο βίντεο που έχω (
http://www.youtube.com/watch?v=LT5Q7XyK7_c  ) το οποίο δείχνει τα είδωλα των Ινδών πολυθεϊστών να πίνουν γάλα, λαμβάνω στάνταρ δύο τύπου σχόλια:
Οι άνθρωποι της σύγχρονης σκέψης λένε ότι πρόκειται για τρικ,
ενώ οι χριστιανοί λένε ότι πρόκειται για δαίμονες.

commandosn1
Αρχικά θα σου πω πως ο Σωκράτης αν γνωρίζεις καλά ήτο ο μόνος που μέχρι και σήμερα στηρίζουν πολλοί πως για φιλοσοφικούς λόγους δόξας είχε γυρίσει ξαφνικά σε ένα τρόπο στυλ εναντίον των θεών που φυσικά όμως δεν είχε σχέση με τον χριστιανισμό γιατί μιλάμε για χιλιάδες χρόνια πριν και το αποτέλεσμα το γνωρίζεις φυσικά ποιο ήταν. Δεν θα στηριχτούμε σε γελειότητες όπως μου λες του Πάτερ Παϊσιου γιατί μόνος του έγραψε πως δέχτηκε επίσκεψη από ufo και πως το έκανε και βόλτα. Πάτησε ufo Παήσιος να δεις.
Όσο για τα θαύματα, αυτό που πιστεύει ο κάθε ένας μέσα στο εγκεφαλικό του σύστημα, αυτό δηλώνει πως τον βόηθησε. Είτε είναι Χριστός που δεν υπάρχει ιστορικά, ερευνητικά, αρχαιολογικά, γεωγραφικά και επιστημονικά, είτε ο κάθε ένας. Αν κάποιος ανάπηρος χωρίς πόδια μπει μέσα σε εκκλησία και βγει με πόδια, πάρε με τηλέφωνο!


ΚΙΜΩΝ
Εγώ είπα ότι ο Σωκράτης έλεγε ο ίδιος ότι του μιλούσε ένας θεός και του έλεγε συγκεκριμένα πράγματα, όπως διηγούνται και οι χριστιανοί. Τι σχέση έχει ότι τον σκοτώσανε ή ότι έζησε πριν τον χριστιανισμό, εφόσον λέει τα ίδια, ως προς την επικοινωνία του ανθρώπου με το υπερφυσικό; Αυτό δεν είναι το θέμα μας;
Είτε πρόκειται για το Σωκράτη και τη σχέση του με τον Απόλλωνα, είτε για την Πυθία –που έρχονταν να την συμβουλευτούν τα σπουδαιότερα πρόσωπα της αρχαιότητας, διότι όλοι πίστευαν ότι επικοινωνεί με τον Απόλωνα και ότι καταλαμβάνεται από αυτόν-, είτε για τις μυστικιστικές τους σχολές και τα Μυστήρια, είτε για το ανέβασμα των ανθρώπων στα Ηλύσια Πεδία, είτε για τους ημίθεους και τη θεϊκή τους προέλευση, είτε για την ανάμειξη συγκεκριμένων θεών σε συγκεκριμένα ανθρώπινα ζητήματα, το θέμα είναι ότι οι αρχαίοι είχαν μια μεταφυσική οπτική. Αυτό λέω.
Και σε αυτό δεν διαφέρουν από τους χριστιανούς.
Το τι αιτιακό ρόλο παίζει ο εγκέφαλος σε τέτοιες ιστορίες για έναν κοινό κόσμο δράσης μεταξύ θεών και ανθρώπων, όπου οι θεοί επιδρούν και κάνουν τον εαυτό τους αισθητό με διάφορους τρόπους, δεν είναι το θέμα μας. Απλά συγκρίνουμε τις ιστορίες που λέγαν οι αρχαίοι με τις ιστορίες που λένε οι σύγχρονοι χριστιανοί.
Ο τύπος τού «μαγικού προσώπου» -πες το άγιο, άγγελο, σαμάνο, μάγο, θεό ή ό,τι άλλο-, το οποίο εξαφανίζεται και εμφανίζεται κατά βούληση, αγγίζει τους ανθρώπους και γιατρεύονται, και έχει μια –λιγότερο ή περισσότερο- θεία φύση, δεν ήρθε με το χριστιανισμό. Δεν υπάρχει τίποτα στην ιστορία του αγγέλου στο νοσοκομείο, ο οποίος εμφανίζεται μυστηριωδώς και γιατρεύει την άρρωστη, που θα ήταν άγνωστο στην αρχαία Ελλάδα. Δεν το εφυήρε ο χριστιανισμός ούτε το πήραν οι χριστιανοί από τον Ίκαρο. Παρακάτω παραθέτω μερικά αποσπάσματα από το γνωστότατο φιλολογικό σύγγραμμα τού E. R. Dodds «Οι Έλληνες και το Παράλογο», εκδόσεις Καρδαμίτσα, για να σου δώσω μια σκιαγραφία αυτού του τύπου του «μαγικού προσώπου» και της θρησκευτικής και μυστικιστικής κουλτούρας που το πλαισίωνε, στην αρχαία ελληνική παράδοση.

Στη Σκυθία επίσης, και πιθανώς επίσης στη Θράκη, οι Έλληνες είχαν έρθει σε επαφή με λαούς [...] που είχαν επηρεαστεί από αυτόν τον σαμανιστικό πολιτισμό. [...] Θα πρέπει να δούμε τους καρπούς της επαφής αυτής στη μετέπειτα εμφάνιση, στην αρχαϊκή εποχή, μιας σειράς ιερομάντεων, δηλαδή μάντεων, μαγικών θεραπευτών και θρησκευτικών διδασκάλων, πολλοί από τους οποίους είναι συνδεδεμένοι στην ελληνική παράδοση με τον Βορρά και όλοι τους εμφανίζουν σαμανιστικά χαρακτηριστικά. Πέρα από το Βορρά, έλεγαν, ήρθε ο Άβαρης καβαλάρης πάνω σε ένα βέλος, καθώς, όπως φαίνεται, γίνεται ακόμα με τις ψυχές στη Σιβηρία. Ήταν τόσο προχωρημένος στην τέχνη της νηστείας ώστε είχε μάθει να ζει χωρίς καθόλου ανθρώπινη τροφή. Εξαφάνισε τους λοιμούς, πρόβλεψε σεισμούς, συνέθεσε θρησκευτικά ποιήματα και δίδαξε τη λατρεία του βόρειου θεού του, τον οποίον οι Έλληνες αποκαλούσαν υπερβόρειο Απόλλωνα. Με εντολή του ίδιου αυτού Απόλλωνα, ο Αριστέας [...] πήγε μέσα στο Βορρά και επέστρεψε για να διηγηθεί τις περίεργες εμπειρίες του. Η παράδοση τού έχει αποδώσει σαμανιστικές δυνάμεις καταληψίας και διπαρουσίας. Η ψυχή του, με τη μορφή πουλιού, μπορούσε όποτε ήθελε να εγκαταλείπει το σώμα τουˑ πέθανε ή έπεσε σε νάρκη στην πατρίδα του, κι όμως φάνηκε στην Κύζικοˑ ύστερα από πολλά χρόνια εμφανίστηκε ξανά στο Μεταπόντιο, στη μακρινή Δύση. Το ίδιο χάρισμα είχε κι ένας άλλος Ασιάτης Έλληνας, ο Ερμότιμος ο Κλαζομένιος, που η ψυχή του ταξίδευε από το ένα μέρος στο άλλο και παρατηρούσε γεγονότα σε μακρινούς τόπους, ενόσω το σώμα του βρισκόταν άψυχο στο σπίτι του. Τέτοιες ιστορίες για εξαφανισμένους κι επανεμφανισμένους σαμάνες ήσαν αρκετά γνωστές στην Αθήνα, έτσι που ο Σοφοκλής στην Ηλέκτρα να αναφέρεται σ’ αυτές δίχως να πρέπει να μνημονεύει ονόματα. [...] Το πρότυπο αυτό επαναλαμβάνεται σε μερικές ιστορίες σχετικά με τον Επιμενίδη, τον Κρητικό μάντη, που καθάρισε την Αθήνα από το επικίνδυνο μίασμα που προκάλεσε η παραβίαση του ιερού τού ασύλου. [...] Η παράδοση τον έχει παρομοιάσει με τον τύπο τού βόρειου σαμάνα. Ο ίδιος είχε επίσης εμπειρία των ψυχικών ταξιδιών. Κι όπως ο Άβαρης, ήταν μεγάλος νηστευτής, που ζούσε αποκλειστικά με μια παρασκευή λαχανικών (τη μυστική συνταγή την είχε πάρει από τις Νύμφες).
Ύστερα απ’ αυτά, φαίνεται λογικό να συμπεράνουμε πως το άνοιγμα της Μαύρης Θάλασσας στο ελληνικό εμπόριο και αποικισμό τον 7ο αιώνα, που εισήγαγε τους Έλληνες για πρώτη φορά σε ένα πολιτισμό βασισμένο στο σαμανισμό, εμπλούτισε οπωσδήποτε με κάποια νέα κι αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά την παραδοσιακή ελληνική εικόνα τού θείου ανδρός. [...] Τα νέα αυτά στοιχεία έγιναν, νομίζω, δεχτά από τη λογική των Ελλήνων, επειδή έδιναν απάντηση στις ανάγκες του καιρού, όπως είχε συμβεί με τη διονυσιακή θρησκεία νωρίτερα.
[...] Υπάρχει όμως ένας άλλος άλλος μεγαλύτερος σαμάνας που αναμφισβήτητα κατέληγε σε θεωρητικά συμπεράσματα και αναμφισβήτητα πίστευε στη μετεμψύχωση. Εννοώ τον Πυθαγόρα. [...] Δεν υπάρχει προφανής λόγος να αμφισβητήσουμε τις γνώμες των σημερινών ειδικών ότι ο Πυθαγόρας είναι ο άνθρωπος στον οποίο ο Εμπεδοκλής απέδιδε μια σοφία μαζεμένη σε δέκα ή είκοσι μετενσαρκώσεις [...] Ο Πυθαγόρας, όπως ο Επιμενίδης προηγουμένως, είχε ακούσει για τη βόρεια δοξασία πως η «ψυχή» ή το «πνεύμα-φρουρός» ενός πρώην σαμάνα μπορεί να εισέλθει σε ένα ζωντανό σαμάνα για να του ενισχύσει τη δύναμη και τη γνώση. [...] Ο Επιμενίδης ισχυριζόταν ότι είχε ζήσει και προηγουμένως και ότι σε μια παλιότερη ζωή του ήταν ο Αιακός, ένας αρχαίος θείος άνδρας. Με τον ίδιο τρόπο παρουσιάζεται και ο Πυθαγόρας να ισχυρίζεται πως σε μια προηγούμενη ζωή του ήταν ο σαμάνας Ερμότιμος.
[...] Γνωρίζουμε ότι ο Πυθαγόρας εγκαθίδρυσε ένα είδος θρησκευτικής τάξης, μιαν κοινότητα ανδρών και γυναικών, που ο κανόνας της ζωής τους καθοριζόταν από την προσδοκία της μέλλουσας ζωής. [...] Μετέπειτα παράδοση συσχέτισε τον Πυθαγόρα με κάποιον άλλο βόρειο, τον Άβαρη. Του απέδωσε τις συνηθισμένες σαμανιστικές δυνάμεις της προφητείας, διπαρουσίας και μαγικής θεραπείας. Μας λέει επίσης πως μυήθηκε στην Πιερία, επισκέφτηκε τον κόσμο των πνευμάτων και πως ταυτίστηκε με τρόπο μυστηριώδη με τον «υπερβόρειο Απόλλωνα». Μερικά από αυτά τα στοιχεία είναι ίσως μεταγενέστερα, αλλά η αρχή της πυθαγόρειας παράδοσης ανάγεται στον 5ο αιώνα τουλάχιστον [...].
[...] Έναν αιώνα περίπου μετά τον θάνατο του Εμπεδοκλή, κυκλοφορούσαν ιστορίες που έλεγαν με ποιον τρόπο είχε σταματήσει τους ανέμους με τα μαγικά του, πώς επανέφερε στη ζωή μια γυναίκα που δεν ανέπνεε, και πώς ο ίδιος εξαφανίστηκε σωματικά από τούτον τον κόσμο των θνητών κι έγινε θεός. Από καλή τύχη, γνωρίζουμε την απώτατη πηγή αυτών των ιστοριών: έχουμε τα ίδια τα λόγια του Εμπεδοκλή, ο οποίος ισχυρίζεται ότι μπορεί να διδάξει τους μαθητές του να σταματούν τους ανέμους και να ζωντανεύουν τους πεθαμένους και πως ο ίδιος είναι ένας θεός με σάρκα – εγω δ’ υμιν θεος αμβρωτος, ουκετι θεος.
[...] Μου φαίνεται λοιπόν, ύστερα απ’ αυτά, βιαστικό να υποθέσουμε ότι οι μύθοι του Εμπεδοκλή και του Επιμενίδη δεν είχαν καθόλου ρίζες μέσα στη γνήσια παράδοση αλλά είχαν σκόπιμα εφευρεθεί, απ’ την αρχή ίσαμε το τέλος, από ρομαντικούς μιας μετέπειτα εποχής.
[...] Αν έχω δίκιο, ο Εμπεδοκλής αντιπροσωπεύει όχι ένα νέο αλλά ένα πολύ παλαιό τύπο προσωπικότητας, το σαμάνα, που συνδυάζει τις αδιαφοροποιημένες ακόμα λειτουργίες του μάγου και του φυσιοκράτη, ποιητή και φιλοσόφου, ιεροκήρυκα, θεραπευτή και δημόσιου συμβούλου. Οι λειτουργίες αυτές διαχωρίζονται μετά απ’ αυτόν. Απ’ εδώ και μπρος οι φιλόσοφοι δεν πρόκεται να είναι πια ούτε ποιητές ούτε μάγοι. Πράγματι ένας τέτοιος άνδρας αποτελούσε αναχρονισμό στον 5ο αιώνα. Όμως άνδρες όπως ο Επιμενίδης και ο Πυθαγόρας μπορούσαν πολύ καλά και επιτελούσαν όλες τις λειτουργίες που ανέφερα. Το πρόβλημα δεν ήταν να «συνθέσουν» αυτές τις πλατιές περιοχές της πρακτικής και θεωρητικής γνώσηςˑ έχοντας την ιδιότητα του θείου άνδρα, μπορούσαν να ασχολούνται με πεποίθηση με όλα αυτάˑ η «σύνθεση» ήταν προσωπική, όχι λογική.
[...] Πατρίδα τού Ορφέα είναι η Θράκη, κι εκεί στη Θράκη λατρεύει ή συνοδεύει ένα θεό που οι Έλληνες ταύτιζαν με τον Απόλλωνα. Συνδυάζει τα επαγγέλματα του ποιητή, του μάγου, του θρησκευτικού δασκάλου και χρησμοδότη. Όπως μερικοί μυθικοί σαμάνες της Σιβηρίας, μπορεί με τη μουσική του να μαζεύει τα πουλιά και τ’ άγρια ζώα για να τον ακούσουν. Όπως κάνουν παντού οι σαμάνες, επισκέπτεται τον κάτω κόσμο, και το κίνητρό του είναι πολύ κοινό για τους σαμάνες – να ξανακερδίσει μια κλεμένη ψυχή.
[...] Παράλληλα με τα τροφικά ταμπού, η πυθαγόρεια εταιρεία φαίνεται πως είχε επιβάλλει κι άλλες απαγορεύσεις στα μέλη της, όπως σιωπή για τους νεοφώτιστους κι ορισμένους σεξουαλικούς περιορισμούς. [...] νομίζω πως δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητήσουμε την άποψη πως [ο Πυθαγόρας] κατέκρινε τον γάμο και όλες τις σεξουαλικές σχέσεις, μολονότι οι στίχοι αυτοί δεν έχουν πράγματι διασωθεί.
[...] Οι Πυθαγόρειοι, όπως και οι Ορφικοί, απόφευγαν το κρέας, εφάρμοζαν την κάθαρση κι έβλεπαν το σώμα ως φυλακή, κι όπως έχουμε δει ο ίδιος ο Πυθαγόρας είχε δοκιμάσει την εμπειρία της μετεμψύχωσης.


commandosn1
Ο Σωκράτης μίλησε για ένα θεό αλλά να μην ξεχνάμε ότι μέχρι σήμερα δεν εχει λυθεί αυτός ο γρίφος, διότι φιλόσοφοι δηλώνουν πως αρνήθηκε όλους τους θεούς και δέχτηκε πως ο μόνος θεός ήτο ο ΖΕΥΣ.
Σε κανένα κείμενο κανενός φιλοσόφου, και ας μου πούνε εμένα βιβλιο, κείμενο και άρθρο και από ποιον φιλόσοφο, δεν υπάρχει το όνομα ΧΡΙΣΤΟΣ ή ΙΗΣΟΥΣ στην ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ. Αυτά είναι μούφα των ΕβραιοΧριστιανών.


ΚΙΜΩΝ
Πώς θα μπορούσαν να υπάρχουν αναφορές στο Χριστό στην αρχαία Ελλάδα; Ο Χριστός έζησε αργότερα.
Ως προς τον Σωκράτη: Το θέμα μας δεν είναι αν ο θεός του Σωκράτη ήταν ο Δίας ή ο Απόλλωνας, ούτε καν αν δεχόταν έναν ή πολλούς θεούς. Αυτό που συζητάμε είναι αν δεχόταν τη δυνατότητα επικοινωνίας του ανθρώπου με ένα υπερφυσικό ον. Και σου έδωσα στοιχεία ότι τη δεχόταν, εφόσον ο ίδιος έλεγε ότι ο θεός του τού μιλάει.
Ωστόσο, για να απαντήσω στο σχόλιό σου:
Αντιλαμβάνομαι ότι σήμερα μάς είναι πολύ δύσκολο να δεχτούμε ότι ένας άνθρωπος τόσο λογικός όσο ο Σωκράτης δεχόταν την ύπαρξη των θεών. Αλλά αυτό συμβαίνει απλά επειδή ζούμε σε μια διαφορετική κουλτούρα, η οποία έχει διαμορφώσει το μυαλό μας με έναν ορισμένο τρόπο. Αν ζούσαμε σε ένα άλλο μέρος του κόσμου ή σε μια άλλη εποχή, θα σκεφτόμασταν αλλιώς.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Σωκράτης πίστευε ότι υπάρχουν γοργόνες ή Κένταυροι ή διάφορες άλλες ιστορίες που έλεγαν οι ποιητές. Πίστευε πάντως πράγματι στην ύπαρξη των θεών, στην πίστη προς αυτούς και στη δυνατότητα επικοινωνίας με αυτούς, όπως δείχνουν και τα παρακάτω αποσπάσματα από τον ίδιο και από τον Ξενοφώντα.
Στα «Απομνημονεύματά» του (Ι 1), ο Ξενοφώντας λέει τα εξής:

Και πρώτα-πρώτα, πώς μπόρεσαν να αποδείξουν ότι δεν πίστεψε στους θεούς εκείνους τους οποίους αναγνωρίζει η πολιτεία; Τον έβλεπε κανείς συχνά, όχι μόνο στο σπίτι του αλλά και στους κοινούς βωμούς της πόλεως, να προσφέρει θυσίεςˑ και δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι έκανε χρήση της προφητικής τέχνης. Μεταδόθηκε μάλιστα στην πόλη από στόμα σε στόμα πως, ύστερα από δική του πρωτοβουλία, ο θεός τού έστελνε σημάδια. Κυρίως εδώ επάνω στήριξαν την κατηγορία τους, το ότι εισήγαγε δηλαδή νεωτερισμούς στα θρησκευτικά πράγματα. Αλλά έφερε μ’ αυτά τόσα λίγα καινούργια, όσα κι εκείνοι που παραδέχονται την προφητική τέχνη και δίνουν προσοχή στο πέταγμα των πουλιών, σε φωνές, σε συναντήσεις και στους οιωνούς των θυσιών. Επίσης αυτοί οι άνθρωποι δεν πιστεύουν –όπως και ο Σωκράτης- ότι τα πουλιά κι εκείνοι που συναντιώνται γνωρίζουν τι χρειάζεται σ’ εκείνους που ρωτούν για αυτά τα σημάδια, αλλά παίρνουν τις υποδείξεις τους κατευθείαν από το θεό. Μονάχα που οι περισσότεροι διατυπώνουν τη σκέψη τους κατά τέτοιο τρόπο, σαν να επρόκειτο τα πουλιά κι αυτοί που συναντιώνται να αποτρέψουν κάποιον από κάτι ή να τον προτρέψουν σε κάτι άλλο.

Να που ο κίνδυνος η κοινωνία σου να σε κηρύξει αιρετικό υπήρχε και στην αρχαία Ελλάδα.

Ενώ ο Σωκράτης αντίθετα έλεγε ότι, σύμφωνα με τις εμπειρίες του, ο θεός [ο ίδιος] τού έκανε υποδείξεις. Και με βάση τις υποδείξεις αυτές του θεού συνεβούλευε πολλούς από τους φίλους του να κάνουν αυτό ή να μην κάνουν το άλλο, και όποιος ακολουθούσε τη συμβουλή του την είχε καλά, ενώ όποιος δεν την ακολουθούσε έπρεπε κάποτε να μετανοήση γι’ αυτό.
[...] Όσον αφορά τη διαγωγή του απέναντι στους θεούς, ήταν γνωστό ότι συμπεριφερόταν και μιλούσε όπως η Πυθία, η οποία απαντά σε ερωτήσεις που αναφέρονται σε θυσίες, σε απονομή τιμής στους προγόνους ή σε παρόμοιες ευκαιρίες. [...] Στην προσευχή ικέτευε απλώς τους θεούς να δίνουν το καλό, μια που αυτοί μόνο γνώριζαν ποιο είναι το καλό [...] Οι θυσίες που προσέφερε ήταν μικρές, όπως άλλωστε μικρή ήταν και η περιουσία τουˑ αλλά είχε τη γνώμη ότι δεν υστερούσε διόλου απέναντι σ’ εκείνους που διέθεταν μεγάλη περιουσία και προσέφεραν έτσι μεγάλες θυσίες. Γιατί πίστευε πως θα ήταν ανάξιο για τους θεούς αν έβρισκαν μεγαλύτερη ικανοποίηση σε μια μεγάλη θυσία από μια μικρήˑ γιατί τότε θα έπρεπε συχνά οι προσφορές κακών ανθρώπων να τους ευχαριστούν περισσότερο από εκείνες των δικαίωνˑ κι έτσι η ζωή δεν θα άξιζε πλέον καθόλου για τους ανθρώπους, αν οι θυσίες των κακών ήταν πιο ευπρόσδεκτες στους θεούς από τις θυσίες των καλών.


Βλέπεις λοιπόν ότι, σύμφωνα με το Σωκράτη, η ζωή αξίζει μόνο όταν ζεις με τέτοιο τρόπο ώστε να κάνεις τον εαυτό σου αρεστό στο θεό. Αυτό θα το δούμε και πιο κάτω, στην «Απολογία» του, σε σχέση με τη δική του ζωή.

Πίστευε μάλιστα ο Σωκράτης ότι οι θεοί έπαιρναν τη μεγαλύτερη χαρά όταν τους τιμούσαν οι πιο ευσεβείς. Γι’ αυτό και πάντα ανέφερε τον ακόλουθο στίχο: «οι θυσίες στους αθάνατους θεούς πρέπει να γίνονται ανάλογα με την περιουσία του καθενός».
Η ευσέβεια του Σωκράτη ήταν λοιπόν αναμφισβήτητηˑ μα το ίδιο σίγουρο είναι ότι ο Λόγος του απέφευγε τον όμορφο μυθικό κόσμο της ελληνικής πίστεως.


Παρακαλώ μην παραλείψεις να προσέξεις τη διαφοροποίηση που κάνει εδώ ο Ξενοφώντας ανάμεσα στο να πιστεύεις «τα πάντα», απλά και μόνο επειδή άλλοι γύρω σου τα πιστεύουν, και στο να πιστεύεις κάποια συγκεκριμένα πράγματα (δηλαδή εδώ την ύπαρξη θεών και τη δυνατότητα επικοινωνίας μαζί τους) που εσύ θεωρείς αληθινά.

Να μερικές επιπρόσθετες περικοπές από την Απολογία του Σωκράτη, όπου μιλάει ο ίδιος για τη ζωή του και τις πεποιθήσεις του.

Ακόμη και τώρα λοιπόν εγώ περιφέρομαι και τα ερευνώ αυτά σύμφωνα με την εντολή του θεού (εδώ αναφέρεται στο χρησμό του μαντείου των Δελφών για τον Σωκράτη), εξετάζοντας όποιο πολίτη ή ξένο νομίζω ότι είναι σοφόςˑ και όταν μου φανεί ότι δεν είναι σοφός, προσφέροντας τη βοήθειά μου στο θεό, αποδεικνύω ότι όντως δεν είναι. Και εξαιτίας αυτής της ενασχόλησής μου δεν είχα το χρόνο ούτε στα δημόσια ζητήματα ούτε στην ιδιωτική μου ζωή να πράξω κάτι άξιο λόγου, αλλά ζω μέσα σε πολύ μεγάλη φτώχεια λόγω της υπηρεσίας μου προς το θεό.
[...] Γι’ αυτό λοιπόν [...] οργίζονται με μένα [...] και λένε πως υπάρχει κάποιος Σωκράτης που είναι βρωμερός και διαφθείρει τους νέους. Όταν όμως τους ρωτήσει κανείς τι κάνει και τι διδάσκει και τους διαφθείρει, δε βρίσκουν τίποτε να πουν και δεν έχουν ιδέαˑ για να μη φανεί όμως ότι δεν ξέρουν τι να πουν, διατυπώνουν τις συνηθισμένες κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον όλων όσων ασχολούνται με τη φιλοσοφία: ότι ασχολείται με «όσα βρίσκονται πάνω και όσα βρίσκονται κάτω από τη γη», ότι «δεν πιστεύει στους θεούς» και ότι «κάνει το πιο αδύναμο επιχείρημα ισχυρότερο».
[...] Εγώ λοιπόν Αθηναίοι θα ήμουν ένας άθλιος αν, όταν με όριζαν οι διοικητές μου, αυτοί που εσείς εκλέξατε, και στην Ποτίδαια και στην Αμφίπολη και στο Δήλιο, έμενα εκεί όπου αυτοί με όρισαν, όπως και όλοι οι άλλοι, διακινδύνευα τη ζωή μου, ενώ αντίθετα, όταν μού όριζε ο θεός, όπως εγώ το κατανόησα και το ερμήνευσα, ότι πρέπει να περάσω τη ζωή μου φιλοσοφώντας και εξετάζοντας τον εαυτό μου και τους άλλους, λιποτακτούσα από φόβο για το θάνατο ή για κάτι άλλο. Το να παρακούσω το θεό θα ήταν φοβερό, και, αληθινά, δικαιολογημένα τότε θα με προσήγαγε κανείς σε δίκη, με την κατηγορία ότι δεν πιστεύω ότι υπάρχουν θεοί και δεν υπακούω στην εντολή που πήρα μέσω του χρησμού και φοβάμαι το θάνατο [...].
[...] αν εσείς ως προς αυτό μού λέγατε: «Σωκράτη, δεν θα πεισθούμε προς το παρόν από τον Άνυτο, αλλά θα σε αφήσουμε ελεύθερο, υπό αυτό τον όρο όμως, ότι δεν θα συνεχίσεις την έρευνά σου ούτε θα φιλοσοφείςˑ αλλά αν σε πιάσουμε να συνεχίζεις να τα κάνεις αυτά, θα εκτελεστείς»ˑ -αν, όπως είπα, με αφήνατε με αυτό τον όρο, θα σας έλεγα ότι «εγώ, Αθηναίοι, σας εκτιμώ και σας αγαπώ, αλλά θα υπακούσω στο θεό και όχι σε σαςˑ [...]

Παρατήρησε επίσης ότι ο θεός στον οποίο ο Σωκράτης αναφέρεται και στον οποίο λέει ότι βάσισε τη ζωή του (και τελικά και το θάνατό του) είναι ο θεός του Μαντείου των Δελφών – δηλαδή ο Απόλλωνας, όχι ο Δίας. Άρα δεν είναι δυνατόν, όπως λες, να πίστευε μόνο στο Δία.
Είναι αστείο ότι υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που λένε ότι ο Σωκράτης δεν πίστευε στους θεούς. Δηλαδή πόσο πιο πολύ μπορεί να μας διαμορφώσει και να μας τυφλώσει η σημερινή μας κουλτούρα;

Γιατί, να το ξέρετε καλά, αυτά διατάζει ο θεός και εγώ νομίζω ότι ποτέ δεν υπήρξε μεγαλύτερο καλό για την πόλη από τη δική μου δραστηριότητα στην υπηρεσία του θεού.